Σοφιστές και η Εικόνα τους
Στην εποχή μας, όταν χαρακτηρίζουμε κάποιο “σοφιστή”, εννοούμε συνήθως εκείνον που εσκεμμένα παρουσιάζει επιλεκτικά όψεις της πραγματικότητας, ώστε να εξυπηρετεί το δικό του συμφέρον. Βάσει αυτής της λογικής ονομάζουμε συνήθως “σοφιστείες” τα ψευδή επιχειρήματα που χρησιμοποιεί κάποιος για να πείσει τους άλλους.
Στο λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας είναι αποτυπωμένη όλη η ιστορική διαδρομή της λέξης “σοφιστής” και ταυτόχρονα η τάση αντικειμενικής αξιολόγησης της προσφοράς των σοφιστών και αποκατάστασης της ιστορικής πραγματικότητας:
1. (στην κλασική αρχαιότητα) Ευρυμαθής δάσκαλος που επί πληρωμή προσέφερε τις γνώσεις του στους χώρους της φιλοσοφίας, της ρητορικής, της γραμματικής, της μουσικής της ποίησης, της ιστορίας, των φυσικών επιστημών κυρίως ταξιδεύοντας στις διάφορες ελληνικές πόλεις.
2. (κακόσχημο) Δάσκαλος αμφισβητούμενων γνώσεων που επαγγελματικά εκπαίδευε τους μαθητές του προτάσσοντας την αποτελεσματικότητα έναντι της αλήθειας των λόγων, κάνοντάς τους ικανούς να πείθουν, ανεξάρτητα από την ορθότητα των απόψεών τους, των θέσεών τους και ασχέτως των μέσων που θα μετέρχονταν.
3. (συνεκδοχικά) Αυτός που καταφεύγει σε σοφίσματα για να πείσει, που χρησιμοποιεί σκοπίμως παραπλανητικά επιχειρήματα, που εξαπατά με τις λέξεις.
Συνώνυμο: απατεώνας, κατεργάρης, πλανευτής.
Ετυμηγορία: Η λέξη σοφιστής είχε αρχικώς την αναμενόμενη σημασία εκείνου που είναι έμπειρος και επιδέξιος στην τέχνη, τη ρητορεία και την επιστήμη, από τα μέσα του 5ου αιώνα ΠΚΕ ο όρος αποδιδόταν αποκλειστικά με μειωτικό τρόπο στους επαγγελματίες δασκάλους και ρήτορες, οι οποίοι επ’ αμοιβή δίδασκαν τους μαθητές τους στοιχεία της πρακτικής ζωής, πώς να νικούν σε λογομαχίες και πώς να χρησιμοποιούν την ευγλωττία τους, προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό τους. Στη διατήρηση αυτής της μειωτικής σημασίας (που συχνά αδικεί το έργο των σοφιστών) σπουδαίο ρόλο διαδραμάτισαν τα συγγράμματα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη, αντιπάλων των σοφιστών.”
Η κακόσημη χρήση της λέξης “σοφιστής” είναι υπεραπλουστευμένη, μεροληπτική άποψη που καλλιεργήθηκε για πολλά χρόνια και κυριάρχησε. Η σοφιστική ήταν πνευματική και κοινωνική κίνηση, που εκδηλώθηκε στα μέσα του 5ου αι. ΠΚΕ στην Ελλάδα και κυρίως στην Αθήνα όπου ίσχυαν οι κατάλληλες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες για να αναπτυχθεί. Ήταν συνέχεια των προσωκρατικών φιλοσόφων και κλείνει με τη διδασκαλία του Σωκράτη και του Πλάτωνα, οι οποίοι τους άσκησαν κριτική -που υπερτονισμένα φτάνει στις μέρες μας με την αρνητική της ερμηνεία- με αποτέλεσμα να λειτουργεί απορριπτικά για το σύνολο της συνεισφοράς των σοφιστών.
Το Ελληνικό Πνεύμα στην Εμφάνιση των Σοφιστών
Το εξελικτικό βήμα που διαμορφώνει ο ελληνικός πολιτισμός και κατοχυρώνει η ανθρωπότητα ως συνειδησιακό βήμα στην εξέλιξή της είναι η αναζήτηση των φυσικών αντί των υπερφυσικών αιτίων για την ερμηνεία του Κόσμου. Σε αυτό το σκαλοπάτι, όπως θα φανεί πιο κάτω, συνέβαλε ιδιαίτερα η κίνηση των σοφιστών.
Ήδη στον Όμηρο, διαπιστώνει κανείς μια διαφοροποίηση από το μυκηναϊκό παρελθόν και από τις παραδόσεις των άλλων λαών της Μεσογείου. Η διαφορά είναι ότι παρόλο που ακόμα ο μύθος κυριαρχεί, υπάρχει η τάση να αιτιολογούνται τα πράγματα όχι μόνο με τη βοήθεια των θεών και της μοίρας αλλά με την αντίληψη του ίδιου του ανθρώπου, που τώρα πλέον έχει αρχίσει να αναπτύσσει την ικανότητα της διάκρισης, ώστε να αντιληφθεί τις φυσικές σχέσεις αιτίου-αποτελέσματος στον Κόσμο.
Αυτό το γεγονός αποτυπώνεται στη σκέψη των προσωκρατικών, που στην αυγή του δυτικού πολιτισμού αιτιολογούν τον κόσμο με τη δύναμη του πνεύματός τους, έξω από τα καθιερωμένα δεδομένα θρησκευτικών παραδόσεων. Αναπόφευκτα, αυτή η στάση προκαλεί την αμφισβήτηση των γνώσεων, έτσι όπως παραδίδονται μέχρι τώρα από κέντρα θρησκευτικής ή κοσμικής εξουσίας. Δεν είναι πλέον ο άρχοντας, ο Φαραώ, ο Βασιλιάς ή οποιοσδήποτε μοναρχικός ή θρησκευτικός ηγεμόνας εκείνος που γνωρίζει τις επιταγές των θεών και επομένως αποφασίζει. Τώρα αποφασίζει ο δήμος, δηλαδή από κοινού όλοι οι πολίτες που έχουν δικαίωμα ψήφου. Έτσι γεννιέται η δημοκρατία, οι επιστήμες και οι τέχνες, όπως τις ξέρουμε ότι αναπτύχθηκαν στην ακμή του ελληνικού πολιτισμού.
Οι πόλεις των Ελλήνων -κυρίως λόγω θέσης στη Μεσόγειο- επιδιώκουν σε μεγάλο βαθμό εμπορική δράση και έντονες οικονομικές διεργασίες. Αυτές οι οικονομικές διεργασίες, από τη στιγμή που το νόμισμα αρχίζει να διαδέχεται το ανταλλακτικό εμπόριο, δημιουργούν νέες τάξεις οικονομικά εύρωστων εμπόρων και βιοτεχνών που διεκδικούν μερίδιο στην εξουσία. Έτσι στις ελληνικές πόλεις εμφανίζεται μετά από σκληρές συγκρούσεις μεταξύ όσων επιδιώκουν να έχουν πολιτική επιρροή, ένα κοινό χαρακτηριστικό που δεν υπάρχει σε πόλεις άλλων μεσογειακών λαών: από τις τυραννικές ηγεμονίες μέχρι και τα δημοκρατικά πολιτεύματα οι νόμοι της πόλης δεν αντιμετωπίζονται ως υπαγορεύσεις ανώτερης θείας δύναμης, αλλά ως ανθρώπινα δημιουργήματα. Και εφόσον είναι δημιουργήματα ανθρώπινα και όχι θεϊκά, για να λειτουργούν οι νόμοι, θα πρέπει να έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση όλων των κοινωνικών δυνάμεων. Αυτό, όπως είναι αυτονόητο, προξενεί εκ νέου σε ένα ανώτερο επίπεδο διαλεκτικές αντιθέσεις, αλλά και συγκρούσεις συμφερόντων άλλοτε ήπιες άλλοτε σφοδρές. Όλες αυτές οι ζυμώσεις αντί να προκαλέσουν απλά αλλαγή μοναρχικών δυναστειών, προξενούν κοινωνικές και πολιτικές μεταμορφώσεις και γεννούν τη δημοκρατία.
Στην εποχή μας, όταν χαρακτηρίζουμε κάποιο “σοφιστή”, εννοούμε συνήθως εκείνον που εσκεμμένα παρουσιάζει επιλεκτικά όψεις της πραγματικότητας, ώστε να εξυπηρετεί το δικό του συμφέρον. Βάσει αυτής της λογικής ονομάζουμε συνήθως “σοφιστείες” τα ψευδή επιχειρήματα που χρησιμοποιεί κάποιος για να πείσει τους άλλους.
Στο λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας είναι αποτυπωμένη όλη η ιστορική διαδρομή της λέξης “σοφιστής” και ταυτόχρονα η τάση αντικειμενικής αξιολόγησης της προσφοράς των σοφιστών και αποκατάστασης της ιστορικής πραγματικότητας:
1. (στην κλασική αρχαιότητα) Ευρυμαθής δάσκαλος που επί πληρωμή προσέφερε τις γνώσεις του στους χώρους της φιλοσοφίας, της ρητορικής, της γραμματικής, της μουσικής της ποίησης, της ιστορίας, των φυσικών επιστημών κυρίως ταξιδεύοντας στις διάφορες ελληνικές πόλεις.
2. (κακόσχημο) Δάσκαλος αμφισβητούμενων γνώσεων που επαγγελματικά εκπαίδευε τους μαθητές του προτάσσοντας την αποτελεσματικότητα έναντι της αλήθειας των λόγων, κάνοντάς τους ικανούς να πείθουν, ανεξάρτητα από την ορθότητα των απόψεών τους, των θέσεών τους και ασχέτως των μέσων που θα μετέρχονταν.
3. (συνεκδοχικά) Αυτός που καταφεύγει σε σοφίσματα για να πείσει, που χρησιμοποιεί σκοπίμως παραπλανητικά επιχειρήματα, που εξαπατά με τις λέξεις.
Συνώνυμο: απατεώνας, κατεργάρης, πλανευτής.
Ετυμηγορία: Η λέξη σοφιστής είχε αρχικώς την αναμενόμενη σημασία εκείνου που είναι έμπειρος και επιδέξιος στην τέχνη, τη ρητορεία και την επιστήμη, από τα μέσα του 5ου αιώνα ΠΚΕ ο όρος αποδιδόταν αποκλειστικά με μειωτικό τρόπο στους επαγγελματίες δασκάλους και ρήτορες, οι οποίοι επ’ αμοιβή δίδασκαν τους μαθητές τους στοιχεία της πρακτικής ζωής, πώς να νικούν σε λογομαχίες και πώς να χρησιμοποιούν την ευγλωττία τους, προκειμένου να επιτύχουν τον σκοπό τους. Στη διατήρηση αυτής της μειωτικής σημασίας (που συχνά αδικεί το έργο των σοφιστών) σπουδαίο ρόλο διαδραμάτισαν τα συγγράμματα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη, αντιπάλων των σοφιστών.”
Η κακόσημη χρήση της λέξης “σοφιστής” είναι υπεραπλουστευμένη, μεροληπτική άποψη που καλλιεργήθηκε για πολλά χρόνια και κυριάρχησε. Η σοφιστική ήταν πνευματική και κοινωνική κίνηση, που εκδηλώθηκε στα μέσα του 5ου αι. ΠΚΕ στην Ελλάδα και κυρίως στην Αθήνα όπου ίσχυαν οι κατάλληλες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες για να αναπτυχθεί. Ήταν συνέχεια των προσωκρατικών φιλοσόφων και κλείνει με τη διδασκαλία του Σωκράτη και του Πλάτωνα, οι οποίοι τους άσκησαν κριτική -που υπερτονισμένα φτάνει στις μέρες μας με την αρνητική της ερμηνεία- με αποτέλεσμα να λειτουργεί απορριπτικά για το σύνολο της συνεισφοράς των σοφιστών.
Το Ελληνικό Πνεύμα στην Εμφάνιση των Σοφιστών
Το εξελικτικό βήμα που διαμορφώνει ο ελληνικός πολιτισμός και κατοχυρώνει η ανθρωπότητα ως συνειδησιακό βήμα στην εξέλιξή της είναι η αναζήτηση των φυσικών αντί των υπερφυσικών αιτίων για την ερμηνεία του Κόσμου. Σε αυτό το σκαλοπάτι, όπως θα φανεί πιο κάτω, συνέβαλε ιδιαίτερα η κίνηση των σοφιστών.
Ήδη στον Όμηρο, διαπιστώνει κανείς μια διαφοροποίηση από το μυκηναϊκό παρελθόν και από τις παραδόσεις των άλλων λαών της Μεσογείου. Η διαφορά είναι ότι παρόλο που ακόμα ο μύθος κυριαρχεί, υπάρχει η τάση να αιτιολογούνται τα πράγματα όχι μόνο με τη βοήθεια των θεών και της μοίρας αλλά με την αντίληψη του ίδιου του ανθρώπου, που τώρα πλέον έχει αρχίσει να αναπτύσσει την ικανότητα της διάκρισης, ώστε να αντιληφθεί τις φυσικές σχέσεις αιτίου-αποτελέσματος στον Κόσμο.
Αυτό το γεγονός αποτυπώνεται στη σκέψη των προσωκρατικών, που στην αυγή του δυτικού πολιτισμού αιτιολογούν τον κόσμο με τη δύναμη του πνεύματός τους, έξω από τα καθιερωμένα δεδομένα θρησκευτικών παραδόσεων. Αναπόφευκτα, αυτή η στάση προκαλεί την αμφισβήτηση των γνώσεων, έτσι όπως παραδίδονται μέχρι τώρα από κέντρα θρησκευτικής ή κοσμικής εξουσίας. Δεν είναι πλέον ο άρχοντας, ο Φαραώ, ο Βασιλιάς ή οποιοσδήποτε μοναρχικός ή θρησκευτικός ηγεμόνας εκείνος που γνωρίζει τις επιταγές των θεών και επομένως αποφασίζει. Τώρα αποφασίζει ο δήμος, δηλαδή από κοινού όλοι οι πολίτες που έχουν δικαίωμα ψήφου. Έτσι γεννιέται η δημοκρατία, οι επιστήμες και οι τέχνες, όπως τις ξέρουμε ότι αναπτύχθηκαν στην ακμή του ελληνικού πολιτισμού.
Οι πόλεις των Ελλήνων -κυρίως λόγω θέσης στη Μεσόγειο- επιδιώκουν σε μεγάλο βαθμό εμπορική δράση και έντονες οικονομικές διεργασίες. Αυτές οι οικονομικές διεργασίες, από τη στιγμή που το νόμισμα αρχίζει να διαδέχεται το ανταλλακτικό εμπόριο, δημιουργούν νέες τάξεις οικονομικά εύρωστων εμπόρων και βιοτεχνών που διεκδικούν μερίδιο στην εξουσία. Έτσι στις ελληνικές πόλεις εμφανίζεται μετά από σκληρές συγκρούσεις μεταξύ όσων επιδιώκουν να έχουν πολιτική επιρροή, ένα κοινό χαρακτηριστικό που δεν υπάρχει σε πόλεις άλλων μεσογειακών λαών: από τις τυραννικές ηγεμονίες μέχρι και τα δημοκρατικά πολιτεύματα οι νόμοι της πόλης δεν αντιμετωπίζονται ως υπαγορεύσεις ανώτερης θείας δύναμης, αλλά ως ανθρώπινα δημιουργήματα. Και εφόσον είναι δημιουργήματα ανθρώπινα και όχι θεϊκά, για να λειτουργούν οι νόμοι, θα πρέπει να έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση όλων των κοινωνικών δυνάμεων. Αυτό, όπως είναι αυτονόητο, προξενεί εκ νέου σε ένα ανώτερο επίπεδο διαλεκτικές αντιθέσεις, αλλά και συγκρούσεις συμφερόντων άλλοτε ήπιες άλλοτε σφοδρές. Όλες αυτές οι ζυμώσεις αντί να προκαλέσουν απλά αλλαγή μοναρχικών δυναστειών, προξενούν κοινωνικές και πολιτικές μεταμορφώσεις και γεννούν τη δημοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου